SHARE THIS

September 07, 2025

KAΫMENH MANNA! [1913] Του Ιωάννη Πολέμη

KAΫMENH MANNA! [1913]

Του Ιωάννη Πολέμη


Θεέ μου, μη δίνης του παιδιού

τα βάζει ο νους της μάννας!

(Λαϊκή παροιμία)


Καϋμένη μάννα!… Έξω ο χιονιάς ραγίζει τα λιθάρια

κ᾽ οι δρόμοι είνε παντέρημοι. Τα θαμπερά φανάρια

δακρύζουν, ανωφέλευτα παλαίβοντας να φέξουν.

Τα νέφη, που ξεκίνησαν με το βοριά να παίξουν,

κρυστάλλωσαν στον ουρανό κι᾽ ούτ᾽ ένα δάκρυ στάζουν.

 

Καϋμένη μάννα! … Ξάγρυπνη (τα μάτια κι᾽ αν νυστάζουν

διώχνει τον ύπνο ο λογισμός) στριφογυρνά στο στρώμα

σκεπάζοντας ως στην κορφή το παγωμένο σώμα

με δυο βαρειά σκεπάσματα κι᾽ αυτά διπλά βαλμένα.

Έξω ο ανεμοστρόβιλος λυσσομανά ολονένα

κι᾽ ο κορνιαχτός κλωθογυρνά σαν στοιχειωμένη ανέμη.

Καϋμένη μάννα!… Ξαγρυπνά κι᾽ αγκομαχά και τρέμει

κι᾽ ο νους της, έρημο πουλί, φτεροκοπά τριγύρου

στα χιονοσκέπαστα βουνά, στους κάμπους της Ηπείρου.

Εκεί είν᾽ο γυιος της. Σε σκηνή μεσ᾽ στα νερά στημένη,

που παγωμένος ο βοριάς άφοβα μπαινοβγαίνει,

εκεί είν᾽ ο γυιος της. Ξέσκεπος; μισόγυμνος; ποιος ξέρει!…

Καϋμένη μάννα! Απλώνει αργά, τρεμουλιαστά το χέρι

στα δυο βαρειά σκεπάσματα· ανασηκώνει το ένα

και στρέφοντας μισανοιχτά τα μάτια τα κλαμένα,

σαν να θωρή κατάχαμα το γυιόκα της, τ’ αφίνει

να πέση χάμω ξαπλωτό και μένει μ’ ένα εκείνη.

 

Έξω βοριάς, βουβαίνοντας των όρθρων την καμπάνα,

ξεσπά στα παραθύρια της φριχτός… Καϋμένη μάννα!


πηγή:  

https://www.taathinaika.gr/kaymenh-manna-1913/.



ΓΙΑΤΙ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ

Μπορείτε να μας βρείτε στο Twitter


Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΝΑΣ [1886]

Ο ΑΠΟΧΑΙΡΕΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΜΑΝΝΑΣ [1886]

 Γ. Ροϊλός, Οι ποιητές (π. 1919). Μεγάλοι ποιητές της γενιάς του 1880. Στα δεξιά της σύνθεσης απεικονίζεται ο Α. Προβελέγγιος να διαβάζει κάποιο ποίημά του, ενώ από τα αριστερά προς τα δεξιά διακρίνονται οι Γ. Στρατήγης, Γ. Δροσίνης, I. Πολέμης, K. Παλαμάς (στο κέντρο) και Γ. Σουρής. Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός».

 

Του Αριστομένη Προβελέγγιου (1850-1836)


Σύρε, παιδί μου, στο καλό, παιδί αγαπημένο·

ήλθ’ η στιγμή σαν το πουλί ν’ ανοίξης τα φτερά σου,

να πας σε κόσμο ξένο,

που σαν αυγή καλοκαιρνή ξανοίγετ’ μπροστά σου.

Στο νου σου όνειρα χρυσά τριγύρω φτερουγίζουν,

μα χίλιαις έννοιαις την καρδιά της μάνας βασανίζουν.

Της λύπης το σκληρό μαχαίρι

είνε ακόμη άβλαβο μες στου παιδιού το χέρι!

Άκουσε τι θα σου ειπώ, κι’ ας σου γραφθούν οι λόγοι

μεσ’ την ψυχή την απαλή.

Καρδιά όπου η λύπη τρώγει,

μ’ αγγέλου φώτισι λαλεί.

Είν’ ένας μαύρος πίνακας ο κόσμος και καθίζεις

εμπρός του και στο χέρι σου παίρνεις χρυσό κοντύλι

και την αθώα σου ψυχή απάνω ζωγραφίζεις.

Γράφεις αγγέλους με γλυκό χαμόγελο στα χείλη,

έρωτας γράφεις με λουλούδια

και πανηγύρια και τραγούδια!

Μα μίαν αυγή θα σηκωθής

και σε σκοτάδι θα βρεθής.

Όλαις αυταίς οι χάρες του και όλα τα στολίδια

απ’ την καρδιά σου βγαίνουνε, του νου σου’ νε παιγνίδια.

 

Αν κάπου σου χαμογελά κανένα λουλουδάκι,

πολλά λουλούδια γνώριζε πως έχουνε φαρμάκι.

Εχθρούς και φίλους πρόσεχε· γιατί και φίλου χέρι

την πλειό αγιάτρευτη πληγή συχνά μας καταφέρει.

Όλα να υποπτεύεσαι, και το καλό ακόμη,

κ’ έχε το νου σου άγρυπνο στου χαριστή τη γνώμη·

γιατί συχνά και η πηγή που βγαιν’ η καλοσύνη

είνε θολή κι’ ακάθαρτη και θάνατο μας δίνει.

Κακογλωσσιά μη σε τρομάζη,

αλλ’ ούτε και ο έπαινος να μη σε αφαρπάζη.

Οι φίλοι πούχουν πλούσιο σε έπαινο το στόμα

μας βλάπτουν περισσότερο κι’ απ’ τους εχθρούς ακόμα.

Τίποτε απ’ το δρόμο σου να μη σε παρασύρη!

σαν τον καλό αρμένιζε και συ καραβοκύρη,

οπού το δρόμο του πηγαίνει,

και αν γελά η θάλασσα, κι αν ήνε θυμωμένη.

Εκεί που πας, παιδάκι μου, πολλοί ξενιτευθήκαν

μα λίγοι πίσω εστραφήκαν.

Είνε πολλαίς Νεράϊδες εκεί χρυσομαλλούσαις

που μαγεμένη αγκαλιά στους ξένους νηούς ανοίγουν

σαν της φρικταίς αναρρεούσαις,

που σέρνουνε στα βάθη των τα πλοία και τα πνίγουν.

Στης ψεύτικαις αγάπαις σου, στης ψεύτικαις χαραίς σου

αχ, την αγάπη μη ξεχνάς της μάνας σου ποτέ σου.

Σαν το αθώο γάλα της που σ’ έχει αναθρέψει,

είνε αγνή και άδολη και βάσανα δεν έχει·

καθώς εκείνο, της ζωής την ευλογία βρέχει,

και, αγαπάς δεν αγαπάς, αυτή δεν θα στειρέψη.

Μη λησμονής τη μάνα σου, όπου δεν έχει άλλη

στη γη αγάπη πειό μεγάλη.

Μη λησμονής, παιδάκι μου, αυτό το φτωχικό μας,

που πέρασες τα χρόνια σου τα ποιο ευτυχισμένα·

ειν’ άγια κ’ ευλογημένα

Τα μέρη που τα κόκκαλα κοιμούνται των γονηών μας!

Τα δάκρυα τη μάνα πνίγουν,

κλαίνε κ’ οι δυό αγκαλιασμένοι,

οι ναύται το πανί ανοίγουν,

το πλοίο πειά δεν περιμένει.

Όσα ο λόγος δεν προφθάνει

τα αποσώνουν τα φιλιά,

κι’ η λυπημένη τους ματιά

πούνε σε δάκρυα λουσμένη.

Ακίνητη, καθώς οι βράχοι

εκεί της ακροθαλασσιάς,

η μάνα κάθεται μονάχη

σαν άγαλμα απελπισιάς.

Θωρεί το πλοίο να χωνεύη

μέσα σε θάλασσα μεγάλη,

σαν άστρο όπου ταξειδεύει

σε κύμα δίχως περιγιάλι.

Τι εστερήθη τότε νοιώθει,

τότε της λύπης το θεριό

μες στην καρδιά της εσηκώθη

μ’ έννοιαις και πόνους χίλιους δυό.

 

πηγή:

https://www.taathinaika.gr/o-apochairetismos-tis-mannas-1886/.



ΓΙΑΤΙ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ

Μπορείτε να μας βρείτε στο Twitter


Το πιο παλιό καφενείο της Ελλάδας άνοιξε το 1785 και δεν έκλεισε ποτέ

Το πιο παλιό καφενείο της Ελλάδας άνοιξε το 1785 και δεν έκλεισε ποτέ
 

Σε υψόμετρο 310 μέτρων με άπλετη θέα προς τον Παγασητικό κόλπο , στην κορυφογραμμή του Νότιου Πηλίου, βρίσκεται το αρχοντοχώρι του Νοτίου Πηλίου Λαύκος.

Πρόκειται για ένα πανέμορφο χωριό, με εντυπωσιακή μεγάλη πλατεία, πετρόκτιστες βρύσες και πλακόστρωτα καλντερίμια μέσα από τα οποία ο επισκέπτης μπορεί να ανακαλύψει γνήσια πηλιορείτικα αρχόντικα.

Περπατώντας στις ανθισμένες γειτονιές του χωριού, οι όμορφες μυρωδιές από τις αυλές των σπιτιών και των βοτάνων που ευδοκιμούν σε κάθε γωνιά του Λαύκου αλλά και όλου του Πήλιου, είναι η πιο όμορφη ανάμνηση που θα θυμάσαι για πάντα.

Για την ονομασία του χωριού υπάρχουν πολλές εκδοχές και απόψεις, η επικρατέστερη όλων όμως αναφέρει πως προέρχεται από την λέξη “γλαύκος” που σημαίνει καθαρός, φωτεινός, όπως άλλωστε και ο ορίζοντας του Λαύκου.

Όλα ξεκίνησαν στα τέλη του 15ου αιώνα, όταν εμφανίστηκαν οι πρώτοι κάτοικοι του χωριού, οι οποίοι αρχικά εγκαταστάθηκαν στην ρεματιά της Παλιόβρυσης, φοβούμενοι τους επιδρομείς (Τούρκους και πειρατές). Στην συνέχεια, καθώς τα χρόνια περνούσαν και οι συνθήκες σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο παρουσίαζαν βελτίωση, άρχισαν να αυξάνονται οι κάτοικοι του χωριού.

Πανέμορφα αρχοντικά ξεπρόβαλαν από κάθε σημείο του χωριού, τα οποία διατηρούνται με μικρές επεμβάσεις μέχρι και σήμερα. Στο κέντρο του χωριού δεσπόζει η πλατεία με τα γιγάντια σκιερά πλατάνια και τα μαγαζάκια.

Ανάμεσα σε αυτά βρίσκεται και το καφενείο του Φορλίδα, το παλιότερο (σύμφωνα με το greekgastronomyguide) καφενείο της Ελλάδας. Σκοτεινό, αλλά με περίεργες ζώνες φωτός από τα μικρά παράθυρα, ένα δάπεδο από παλιά τσιμεντοκονία, στους τοίχους στρώσεις αλλεπάλληλες λουλακιού και ένα ταβάνι που αντέχει με κόπο το βάρος της ιστορίας τόσων χρόνων.

Το καφενείο που άνοιξε το 1785 και από τότε δεν έκλεισε ποτέ, υπήρξε κουρείο και καφενείο μαζί στο παρελθόν. Την εποχή που ο επάνω όροφος λειτουργούσε σαν χάνι, είχε φιλοξενήσει τον Παπαδιαμάντη ντυμένο καλογερόπαιδο, αλλά και τον Βάρναλη όταν ήταν λυκειάρχης στη γειτονική Αργαλαστή. Παλιές ψάθινες καρέκλες, τραπεζάκια με μάρμαρα Πηλίου και στη μέση η ξυλόσομπα.

“To μαγαζί έχει την ιστορία του. Στην γωνία στο βάθος έπινε το κρασάκι του ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, το «καλογεροπαίδι» όπως τον έλεγαν, όταν ερχόμενος από την Σκιάθο, αποβιβαζόταν στον Πλατανιά, διανυκτέρευε στο Χάνι που βρίσκονταν στον όροφο του καφενέ και από κεί με τα πόδια έφθανε στην Μηλίνα, όπου τον παρελάμβανε το καΐκι για τον Βόλο. Μέχρι το 1960 η σύνδεσή μας με τον Βόλο γινόταν μέσω θαλάσσης. Σύχναζαν και άλλες προσωπικότητες στον καφενέ μας.

Ο Βάρναλης που ήταν γυμνασιάρχης στην Αργαλαστή, αλλά και ο Δερμούζος διευθυντής στο Παρθεναγωγείο Βόλου», λέει ο τωρινός ιδιοκτήτης ο κυρ Μανώλης, η έβδομη γενιά Φορλίδων. Το καλοκαίρι ο πάντα ευγενικός και χαμογελαστός κύριος Μανώλης σερβίρει καφέ και αναψυκτικό κάτω από τα 9 πλατάνια της πλατείας και τον χειμώνα εντός του καφενείου, γύρω από την ξυλόσομπα, με τις παλιές φωτογραφίες στους τοίχους να σε ταξιδεύουν στο παρελθόν.

πηγή : tilestwra.com

https://erotokritos.gr/2726/pio-palio-kafenio-tis-elladas-anixe-1785-ke-den-eklise-pote/.



ΓΙΑΤΙ ΜΑΣ ΑΡΕΣΕΙ Η ΑΛΗΘΕΙΑ

Μπορείτε να μας βρείτε στο Twitter


POPULAR POSTS OF ALL TIME

Blog Archive

Το εύδαιμον το ελεύθερον, το δ’ ελεύθερον το εύψυχον. – Ευτυχισμένοι είναι οι ελεύθεροι και ελεύθεροι είναι οι γενναίοι. // // Happy are the free and free are the brave.